παραστέκομαι

παραστέκομαι
παραστέκομαι και παραστέκω, παραστάθηκα βλ. πίν. 207

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παραστέκω — παραστέκομαι και παραστέκω, παραστάθηκα βλ. πίν. 207 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • καθυπηρετώ — καθυπηρετῶ, έω (AM) (επιτατ. τού υπηρετώ) υπηρετώ, βρίσκομαι στην υπηρεσία κάποιου μσν. υπακούω αρχ. μέσ. καθυπηρετούμαι, έομαι βοηθώ, παραστέκομαι σε κάποιον ή σε κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ὑπ ηρετῶ (< ὑπ ηρέτης)] …   Dictionary of Greek

  • παρασιωπώ — άω και έω, ΝΑ παρέρχομαι, αποσιωπώ ηθελημένα, αποφεύγω σκόπιμα να αναφέρω κάτι αρχ. 1. τηρώ σιγή, σωπαίνω 2. αγνοώ, παραβλέπω, κάνω τα στραβά μάτια 3. αδιαφορώ, γυρίζω την πλάτη σε ικέτη 4. (για γραπτό κείμενο) αφήνω έξω χωρίο, απόσπασμα 5. (για… …   Dictionary of Greek

  • παραστέκω — και παραστέκομαι (ενεργ. και μέσ.) 1. στέκομαι κοντά σε κάποιον για να τόν υπερασπίζω ή ως ακόλουθός του, είμαι παραστάτης κάποιου («τον Άριστον ο μπάρμπας δεν αφήνει / άλλον να τού παρασταθεί», Ερωτόκρ.) 2. συντρέχω, βοηθώ, παρέχω συνδρομή σε… …   Dictionary of Greek

  • παραστήκω — ΜΑ παραστέκω, παραστέκομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + στήκω* «στέκομαι»] …   Dictionary of Greek

  • πρόσκειμαι — ΝΑ [κεῑμαι] 1. βρίσκομαι, είμαι τοποθετημένος κοντά ή πάνω σε κάποιον ή κάτι («σὺ δὲ τῇ θύρᾳ πρόσκεισο», Ομ. Ιλ.) 2. παράκειμαι, γειτονεύω, είμαι συνεχόμενος (α. «τα προσκείμενα δωμάτια» β. «πρόσκειται τῷ καλῷ ἀκρωτηρίῳ», Πολ.) νεοελλ. 1. μτφ.… …   Dictionary of Greek

  • συν- — και με τις μορφές συ , συγ , συμ , συλ και συρ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στην πρόθεση σύν*. Η πρόθεση σύν εν συνθέσει, πριν από τα χειλικά σύμφωνα β, μ, π, φ, ψ, τρέπει το ν σε μ (πρβλ. συμ βάλλω …   Dictionary of Greek

  • παραστέκω — και παραστέκομαι παραστάθηκα, στέκομαι κοντά σε κάποιον για να τον βοηθήσω, βοηθώ, προστατεύω, περιποιούμαι: Μια ψυχούλα αθώρητη παντού σε παραστέκει (Παλαμάς). – Τη θυγατέρα του Διός που παραστέκω πάντα (μετ. Οδύσσεια, Σίδερη) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”